Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί cookie ώστε να μπορούμε να σας παρέχουμε την καλύτερη δυνατή εμπειρία χρήστη. Οι πληροφορίες cookie αποθηκεύονται στο πρόγραμμα περιήγησης σας και εκτελούν λειτουργίες όπως η ανάγνωση σας όταν επιστρέφετε στον ιστότοπο μας και η βοήθεια της ομάδας μας να κατανοήσει ποιες ενότητες του ιστοτόπου θεωρείτε πιο ενδιαφέρουσες και χρήσιμες.
ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ
Είναι πολλά (αλλά όχι αληθινά) τα… Hz!
Ακόμη ένα σημείο που αξίζει προσοχής στην επιλογή ν
Όσο πιο δημοφιλές είναι ένα τεχνολογικό προϊόν, τόσο υψηλότερες οι (εν δυνάμει) πωλήσεις του. Κι όσο υψηλότερες αυτές, τόσο μεγαλύτερη η… επιθυμία των κατασκευαστριών εταρειών να προσελκύσουν το κοινό – ενίοτε με οποιοδήποτε κόστος, όπως αποδεικνύεται από τις πρακτικές προώθησης που έχουμε δει και ξαναδεί στην κατηγορία των τηλεοράσεων. Πρώτα είχαμε την εύκολα παρερμηνεύσιμη τεχνολογία υποφωτισμού LED για τις τηλεοράσεις LCD, μετά είχαμε τις ασαφείς αντιπαραβολές ανάμεσα στην ενεργητική και την παθητική εικόνα 3D και… το 2012, τι; Θα μείνουμε χωρίς πεδίο αντιπαραβολής ανάμεσα στις τηλεοράσεις, τέτοιο που να χρησιμεύσει ως εργαλείο marketing; Όχι βέβαια. Φέτος, θα έχουμε να μιλάμε για τις ταχύτητες σάρωσης!
Το θέμα δεν είναι καινούργιο, όμως κατά τα φαινόμενα οι μεγάλοι κατασκευαστές φέτος αισθάνονται πως στερούνται επιχειρημάτων όσον αφορά στις πωλήσεις νέων τηλεοράσεων. Επαναφέρουν λοιπόν τις ταχύτητες σάρωσης της εικόνας, τον πολυσυζητημένο αριθμό των Hz δηλαδή, στο προσκήνιο ως συγκριτικό τεχνολογικό πλεονέκτημα των μοντέλων τους. Το όλο ζήτημα αφορά μόνο στις τηλεοράσεις τεχνολογίας LCD/LED LCD (με τις plasma παρεμφερές θέμα δεν τέθηκε ουσιαστικά) και, όπως εύστοχα θίγει σε πρόσφατη έρευνά του το έγκυρο Web site HD Guru, τα αδιευκρίνιστα σημεία και οι “γκρίζες ζώνες” όσον αφορά στο πώς δικαιολογούνται τα… απίθανα Hz που αναγράφουν πολλά νέα μοντέλα τηλεοράσεων στις συσκευασίες τους, είναι ουκ ολίγα.
Αν και η τεχνική… θεωρία θα χρειαζόταν εξαντλητική ανάλυση για να σκιαγραφήσει κανείς με ακρίβεια πού ακριβώς βρίσκεται το “φάουλ” των κατασκευαστριών όσον αφορά στην ταχύτητα ανανέωσης της οθόνης, πολύ απλά θα παραθέσουμε τα εξής: με αριθμό Hz μετράμε και μετρούσαμε πάντοτε το πόσες φορές ανά δευτερόλεπτο ανανεώνεται η προβαλλόμενη εικόνα στην οθόνη. Αυτός ο αριθμός ήταν πάντοτε 50 ή 60 ή πολλαπλάσιά τους, τα τελευταία χρόνια και 24 ή πολλαπλάσιό του (όταν αναφερόμαστε σε αναπαραγωγή ταινιών και δη από Blu-ray συνήθως). Μηχανολογικά, ακόμη και τα πλέον σύγχρονα μοντέλα τηλεοράσεων αποδίδουν έως τα 120 Hz – αυτή είναι δηλαδή η συχνότητα με την οποία μπορούν με την παρούσα τεχνολογία να ανανεωθούν οι επίπεδες οθόνες LCD/LED LCD σήμερα, αν μιλήσουμε για “καθαρά” καρέ ανά δευτερόλεπτο.
Από κει και πέρα, ωστόσο… το χάος! Κάθε κατασκευαστής χρησιμοποιεί δική του ορολογία για να περιγράψει τη δική του τεχνική, με την οποία πολλαπλασιάζει αυτά τα καρέ ανά δευτερόλεπτο για να προσφέρει (θεωρητικά) ομαλότερα κινούμενη εικόνα. ‘Αλλοι κατασκευαστές χρησιμοποιούν τον επεξεργαστή εικόνας της τηλεόρασης για να δημιουργήσουν πρόσθετα καρέ βάσει των υπαρχόντων. ‘Αλλοι (χρησιμοποιώντας τον υποφωτισμό της οθόνης) παρεμβάλλουν μαύρα καρέ ανάμεσα στα υπάρχοντα. ‘Αλλοι κάνουν και τα δύο ταυτόχρονα. Σε κάθε περίπτωση, τα 60 Hz ή τα 120 Hz γίνονται 240, 480 ή και 960 (!), χωρίς ο κάθε κατασκευαστής να καθιστά σαφές με την ορολογία που χρησιμοποιεί ποιά τεχνική αξιοποιείται – και χωρίς, προφανώς, να διευκρινίζει πως αυτοί οι ρυθμοί σάρωσης είναι τόσο σχετικοί, όσο και συζητήσιμοι.
Η άμεση συνέπεια των παραπάνω είναι η εξής: οι καταναλωτές, αν λάβουν στα υπόψιν όλους αυτούς τους αριθμούς των Hz στα σοβαρά και συνηθίσουν να τους ανάγουν σε μέτρο σύγκρισης, είναι πολύ πιθανό να πέσουν στην ίδια “παγίδα” με αυτή των Megapixel στις ψηφιακές φωτογραφικές παλιότερα. Το γνωστό “όσα πιο πολλά τόσο πιο καλά”, ενώ επί του πρακτέου κάτι τέτοιο σαφώς και δεν ισχύει απαραίτητα. Έμμεση συνέπεια των παραπάνω είναι η εξής: με την… ισοπέδωση των Hz, γίνεται δυσκολότερο να διακρίνει κανείς ποιές τηλεοράσεις στη μέση και ανώτερη κατηγορία τιμών – όχι ανώτατη, εκεί τα Hz είναι… “240” και πάνω πάντοτε – προβάλλουν τα πραγματικά 60 ή 120 καρέ ανά δευτερόλεπτο και ποιές τα “κατασκευάζουν”.
Έχοντας ρίξει μια ματιά στα διαφημιστικά και τα Web sites όλων σχεδόν των κατασκευαστών για τα νέα τους μοντέλα, μπορούμε δυστυχώς να πιστοποιήσουμε πως κανένας τους δεν δείχνει διατεθειμένος να αποσαφηνίσει ούτε την επακριβή τεχνική με την οποία πολλαπλασιάζει τα μηχανολογικά Hz των τηλεοράσεών του, ούτε τη μεθοδολογία μέτρησης αυτών των αριθμών. Ο… “πόλεμος των Hz” – κατά τον “πόλεμο των Megapixel” στις ψηφιακές φωτογραφικές ή και τον “πόλεμο των MHz” στους επεξεργαστές των PC – κατά πάσα πιθανότητα θα μας απασχολήσει κι άλλες φορές στο μέλλον. Και να σκεφτεί κανείς ότι ακόμη δεν έχουμε (και σίγουρα και οι κατασκευαστές δεν έχουν) μιλήσει καν για την πραγματική ανάλυση κινούμενης εικόνας (true motion resolution), το πόσο καθαρή δηλαδή την διατηρούν εν κινήσει μετά από την ψηφιακή επεξεργασία που αυτή υπόκειται. Εν όψει Euro 2012 και Ολυμπιακών Αγώνων, θα επανέλθουμε!
Όσο πιο δημοφιλές είναι ένα τεχνολογικό προϊόν, τόσο υψηλότερες οι (εν δυνάμει) πωλήσεις του. Κι όσο υψηλότερες αυτές, τόσο μεγαλύτερη η… επιθυμία των κατασκευαστριών εταρειών να προσελκύσουν το κοινό – ενίοτε με οποιοδήποτε κόστος, όπως αποδεικνύεται από τις πρακτικές προώθησης που έχουμε δει και ξαναδεί στην κατηγορία των τηλεοράσεων. Πρώτα είχαμε την εύκολα παρερμηνεύσιμη τεχνολογία υποφωτισμού LED για τις τηλεοράσεις LCD, μετά είχαμε τις ασαφείς αντιπαραβολές ανάμεσα στην ενεργητική και την παθητική εικόνα 3D και… το 2012, τι; Θα μείνουμε χωρίς πεδίο αντιπαραβολής ανάμεσα στις τηλεοράσεις, τέτοιο που να χρησιμεύσει ως εργαλείο marketing; Όχι βέβαια. Φέτος, θα έχουμε να μιλάμε για τις ταχύτητες σάρωσης!
Το θέμα δεν είναι καινούργιο, όμως κατά τα φαινόμενα οι μεγάλοι κατασκευαστές φέτος αισθάνονται πως στερούνται επιχειρημάτων όσον αφορά στις πωλήσεις νέων τηλεοράσεων. Επαναφέρουν λοιπόν τις ταχύτητες σάρωσης της εικόνας, τον πολυσυζητημένο αριθμό των Hz δηλαδή, στο προσκήνιο ως συγκριτικό τεχνολογικό πλεονέκτημα των μοντέλων τους. Το όλο ζήτημα αφορά μόνο στις τηλεοράσεις τεχνολογίας LCD/LED LCD (με τις plasma παρεμφερές θέμα δεν τέθηκε ουσιαστικά) και, όπως εύστοχα θίγει σε πρόσφατη έρευνά του το έγκυρο Web site HD Guru, τα αδιευκρίνιστα σημεία και οι “γκρίζες ζώνες” όσον αφορά στο πώς δικαιολογούνται τα… απίθανα Hz που αναγράφουν πολλά νέα μοντέλα τηλεοράσεων στις συσκευασίες τους, είναι ουκ ολίγα.
Αν και η τεχνική… θεωρία θα χρειαζόταν εξαντλητική ανάλυση για να σκιαγραφήσει κανείς με ακρίβεια πού ακριβώς βρίσκεται το “φάουλ” των κατασκευαστριών όσον αφορά στην ταχύτητα ανανέωσης της οθόνης, πολύ απλά θα παραθέσουμε τα εξής: με αριθμό Hz μετράμε και μετρούσαμε πάντοτε το πόσες φορές ανά δευτερόλεπτο ανανεώνεται η προβαλλόμενη εικόνα στην οθόνη. Αυτός ο αριθμός ήταν πάντοτε 50 ή 60 ή πολλαπλάσιά τους, τα τελευταία χρόνια και 24 ή πολλαπλάσιό του (όταν αναφερόμαστε σε αναπαραγωγή ταινιών και δη από Blu-ray συνήθως). Μηχανολογικά, ακόμη και τα πλέον σύγχρονα μοντέλα τηλεοράσεων αποδίδουν έως τα 120 Hz – αυτή είναι δηλαδή η συχνότητα με την οποία μπορούν με την παρούσα τεχνολογία να ανανεωθούν οι επίπεδες οθόνες LCD/LED LCD σήμερα, αν μιλήσουμε για “καθαρά” καρέ ανά δευτερόλεπτο.
Από κει και πέρα, ωστόσο… το χάος! Κάθε κατασκευαστής χρησιμοποιεί δική του ορολογία για να περιγράψει τη δική του τεχνική, με την οποία πολλαπλασιάζει αυτά τα καρέ ανά δευτερόλεπτο για να προσφέρει (θεωρητικά) ομαλότερα κινούμενη εικόνα. ‘Αλλοι κατασκευαστές χρησιμοποιούν τον επεξεργαστή εικόνας της τηλεόρασης για να δημιουργήσουν πρόσθετα καρέ βάσει των υπαρχόντων. ‘Αλλοι (χρησιμοποιώντας τον υποφωτισμό της οθόνης) παρεμβάλλουν μαύρα καρέ ανάμεσα στα υπάρχοντα. ‘Αλλοι κάνουν και τα δύο ταυτόχρονα. Σε κάθε περίπτωση, τα 60 Hz ή τα 120 Hz γίνονται 240, 480 ή και 960 (!), χωρίς ο κάθε κατασκευαστής να καθιστά σαφές με την ορολογία που χρησιμοποιεί ποιά τεχνική αξιοποιείται – και χωρίς, προφανώς, να διευκρινίζει πως αυτοί οι ρυθμοί σάρωσης είναι τόσο σχετικοί, όσο και συζητήσιμοι.
Η άμεση συνέπεια των παραπάνω είναι η εξής: οι καταναλωτές, αν λάβουν στα υπόψιν όλους αυτούς τους αριθμούς των Hz στα σοβαρά και συνηθίσουν να τους ανάγουν σε μέτρο σύγκρισης, είναι πολύ πιθανό να πέσουν στην ίδια “παγίδα” με αυτή των Megapixel στις ψηφιακές φωτογραφικές παλιότερα. Το γνωστό “όσα πιο πολλά τόσο πιο καλά”, ενώ επί του πρακτέου κάτι τέτοιο σαφώς και δεν ισχύει απαραίτητα. Έμμεση συνέπεια των παραπάνω είναι η εξής: με την… ισοπέδωση των Hz, γίνεται δυσκολότερο να διακρίνει κανείς ποιές τηλεοράσεις στη μέση και ανώτερη κατηγορία τιμών – όχι ανώτατη, εκεί τα Hz είναι… “240” και πάνω πάντοτε – προβάλλουν τα πραγματικά 60 ή 120 καρέ ανά δευτερόλεπτο και ποιές τα “κατασκευάζουν”.
Έχοντας ρίξει μια ματιά στα διαφημιστικά και τα Web sites όλων σχεδόν των κατασκευαστών για τα νέα τους μοντέλα, μπορούμε δυστυχώς να πιστοποιήσουμε πως κανένας τους δεν δείχνει διατεθειμένος να αποσαφηνίσει ούτε την επακριβή τεχνική με την οποία πολλαπλασιάζει τα μηχανολογικά Hz των τηλεοράσεών του, ούτε τη μεθοδολογία μέτρησης αυτών των αριθμών. Ο… “πόλεμος των Hz” – κατά τον “πόλεμο των Megapixel” στις ψηφιακές φωτογραφικές ή και τον “πόλεμο των MHz” στους επεξεργαστές των PC – κατά πάσα πιθανότητα θα μας απασχολήσει κι άλλες φορές στο μέλλον. Και να σκεφτεί κανείς ότι ακόμη δεν έχουμε (και σίγουρα και οι κατασκευαστές δεν έχουν) μιλήσει καν για την πραγματική ανάλυση κινούμενης εικόνας (true motion resolution), το πόσο καθαρή δηλαδή την διατηρούν εν κινήσει μετά από την ψηφιακή επεξεργασία που αυτή υπόκειται. Εν όψει Euro 2012 και Ολυμπιακών Αγώνων, θα επανέλθουμε!