Featured | Οι δορυφορικοί δέκτες, μέσω της συνεχόμενης εξέλιξης, ενσωματώνουν ολοένα και περισσότερα χαρακτηριστικά και τρόπου διασύνδεσης, σχηματίζοντας αρκετά σύνθετα, πολλές φορές, μηχανήματα. Παρακάτω, θα αναφερθούμε στα βασικά τμήματα και χαρακτηριστικά τους, με σκοπό να βοηθήσουμε στην κατανόησή του και στην περαιτέρω επιλογή του κατάλληλου, για τον καθένα, δορυφορικού δέκτη.
Μετά το δορυφορικό κάτοπτρο, το LNB και το καλώδιο, στην αλυσίδα της διαδικασίας λήψης ακολουθεί ο δορυφορικός δέκτης. Η σωστότερη ονομασία της ολοκληρωμένης συσκευής, που οι περισσότεροι αποκαλούμε δορυφορικό δέκτη, είναι IRD (Integrated Receiver Decoder). Ο ρόλος του είναι η αποδιαμόρφωση, η αποκωδικοποίηση και η αποκρυπτογράφηση του σήματος, προτού το παραθέσει στον τηλεοπτικό μας δέκτη.
Τα σημαντικότερα στοιχεία επιλογής IRD είναι:
1. To τμήμα λήψης και η υποστήριξη των διαφόρων πρωτοκόλλων στις ρυθμίσεις κεραίας.
2. Το τμήμα αποκωδικοποίησης, με το ενσωματωμένο CAM ή το(τα) CI για αποκωδικοποίηση περισσοτέρων συστημάτων.
3. Η δυνατότητα εγγραφής και διαχείρισης των εγγραφών (μόνο για PVR).
4. Η ποιότητα της εικόνας του.
5. Η ταχύτητα και η σταθερότητά του.
6. Το εικαστικό και η ευκολία των μενού, η υποστήριξη των ελληνικών και η ύπαρξη ηλεκτρονικού οδηγού προγραμμάτων.
7. Η δυνατότητα αναβάθμισης.
8. Οι δυνατότητες διασυνδεσιμότητας.
9. Πρόσθετες δυνατότητες και ο ήχος Dolby Digital.
Η διαδικασία λήψης
Το tuner
Η δορυφορική λήψη επηρεάζεται σημαντικά από τις καιρικές συνθήκες και ειδικά από τις βροχοπτώσεις. Το tuner είναι σαφώς το κλειδί για τη λήψη. Όπως είναι προφανές, ένα καλό tuner θα «κατεβάσει» και περισσότερα κανάλια. Υπάρχουν tuners, τα οποία δυσκολεύονται να «κατεβάσουν» οριακές δέσμες, ενώ άλλα καταφέρνουν και τις χειρίζονται. Το μέγεθος που υποδηλώνει την απόδοση του tuner είναι η ευαισθησία, αλλά δυστυχώς, τις περισσότερες φορές δεν δηλώνεται από την κατασκευάστρια εταιρεία στα τεχνικά χαρακτηριστικά του δέκτη. Το λογισμικό του δέκτη επηρεάζει επίσης την ευαισθησία, αφού παρατηρούνται διαφορές σε δέκτες με ίδιο tuner. Πολλοί δέκτες -και μάλιστα αρκετά επιτυχημένα μοντέλα της αγοράς- έχουν κατηγορηθεί κατά καιρούς για την «αναισθησία» του tuner τους, ενώ υπάρχουν μοντέλα, τα οποία έχουν καταργηθεί αλλά αναζητούνται ακόμα από πολλούς (έστω και μεταχειρισμένα), ακριβώς λόγω της υψηλής ευαισθησίας του tune
Η επικοινωνία με τις περιφερειακές μονάδες
Η επικοινωνία του δέκτη με το LNB και κάποιες άλλες περιφερειακές μονάδες, όπως οι διακόπτες, επιτυγχάνεται μέσω κάποιων σημάτων, τα οποία έχουν πιστοποιηθεί και ονομάζονται πρωτόκολλα. Το πλέον σημαντικά, είναι η οικογένεια των πρωτοκόλλων DiSEqC, της Eutelsat. Το μεγάλο πλεονέκτημα των εντολών DiSEqC, είναι ότι δεν απαιτούν ξεχωριστό καλώδιο για τη μεταφορά τους, αφού χρησιμοποιούν το ομοαξονικό καλώδιο της εγκατάστασης. Το DiSEqC 1.0 είναι ένα σήμα, που υποστηρίζει απλές εγκαταστάσεις σταθερών κατόπτρων, με πολλαπλά LNBs, ενώ το DiSEqC 1.1 ακόμη πιο σύνθετες, αφού υποστηρίζει μέχρι και 16 διαφορετικά LNBs. Η εναλλαγή τάσης (ή διακόπτης) 0/12V είναι ένας εναλλακτικός τρόπος υποστήριξης συστημάτων σταθερών κατόπτρων, αλλά μειονεκτεί του DiSEqC, στο γεγονός, ότι συνήθως απαιτεί ξεχωριστό καλώδιο. Το DiSEqC 1.2 είναι ένα πρωτόκολλο, που επιτρέπει την κίνηση δορυφορικού κατόπτρου, με διάμετρο μέχρι 1,2m (αλουμινίου). Εφόσον ο δέκτης διαθέτει και το λογισμικό USALS, αυτά μπορούν να συνδυαστούν, ώστε η ανεύρεση όλων των δορυφόρων να επιτευχθεί πανεύκολα με μία εντολή. Το ενσωματωμένο positioner κυριαρχούσε παλαιότερα στα high end μοντέλα, όμως πλέον τείνει προς εξαφάνιση, αφού αντικαθιστάται από το DiSEqC 1.2. Παρόλα αυτά τα δεδομένα λήψης, στη χώρα μας, απαιτούν κάτοπτρο μεγαλύτερο των 1,2m, για τη λήψη όλων των δορυφόρων, άρα πρέπει να χρησιμοποιηθεί μηχανισμός κίνησης με actuator. H χρήση του όμως, μειονεκτεί στο γεγονός, ότι χρειάζεται ξεχωριστά καλώδια για τη μεταφορά των εντολών.
Η διαδικασία αφορά τη δυνατότητα του δέκτη να έχει πρόσβαση σε συνδρομητικές κωδικοποιημένες υπηρεσίες. Για το σκοπό αυτό, ο δέκτης πρέπει να έχει ή ενσωματωμένο CAM κάποιου συστήματος, για πρόσβαση όμως μόνο σε αυτό το σύστημα (εκτός αν το CAM είναι UCAS) ή τουλάχιστον μία υποδοχή CI, για εισαγωγή CAM οποιουδήποτε συστήματος.
Ενσωματωμένο σύστημα αποκρυπτογράφησης
Η ύπαρξη ενσωματωμένου συστήματος αποκρυπτογράφησης είναι πολύ σημαντική, ιδιαίτερα για εκείνους που έχουν αποφασίσει τη συνδρομή σε κάποια τηλεοπτική πλατφόρμα, όπως η Nova, επιλέγοντας όμως διαφορετικό δέκτη από αυτόν που προσφέρει ο ελληνικός παροχέας. Σε αυτήν την περίπτωση, αν ο δέκτης διαθέτει ενσωματωμένο CAM Irdeto, απαλλάσσονται από το επιπρόσθετο έξοδο της αγοράς CAM (Conditional Access Module). Φυσικά, αν επιλογή είναι ένα άλλο σύστημα (π.χ. Conax ή Viaccess), τότε θα πρέπει να επιλέξουν δέκτη με ενσωματωμένο Conax ή Viaccess CAM, αντίστοιχα. Πολλοί δέκτες που κυκλοφορούν στη χώρα μας, έρχονται με ενσωματωμένο CAM, τύπου UCAS. Το UCAS είναι ένα ενσωματωμένο All CAM, που μπορεί να δεχθεί έξυπνες κάρτες διαφόρων συστημάτων, όπως Irdeto, Nagravision, Viaccess, Conax κτλ. Αν και πολλοί πιστεύουν ότι είναι νόμιμη η χρήση ενός τέτοιου CAM, στην πραγματικότητα, αυτό δεν ισχύει, γιατί με αυτόν τον τρόπο δεν πληρώνονται τα δικαιώματα της εταιρείας, που κατέχει τα πνευματικά δικαιώματα του εκάστοτε συστήματος και περιλαμβάνονται στην τιμή του νόμιμου CAM.
Οι υποδοχές CI
Oι υποδοχές Common Interface (Κοινής Διεπαφής), μπορούν να δεχθούν εξωτερικό CAM, καθιστώντας έτσι το δέκτη συμβατό με συνδρομητικές πλατφόρμες, πλην των συστημάτων που “παντρεύουν” την κάρτα με το δέκτη. Φυσικά, η αγορά του CAM θα πρέπει να συνοδεύεται και από την αγορά της συνδρομητικής κάρτας του συστήματος που μας ενδιαφέρει, εκτός της περίπτωσης αρκετών ερωτικών καναλιών, όπου η ετήσια συνδρομή συμπεριλαμβάνεται στην τιμή του CAM και δεν χρειάζεται πρόσθετη έξυπνη κάρτα αποκωδικοποίησης. Στην αγορά κυκλοφορούν δέκτες μέχρι και με 2 CI, ενώ δεν λείπουν μοντέλα που συνδυάζουν CI με ενσωματωμένο Irdeto ή UCAS.
Ένα από τα σημαντικότερα στοιχεία του δέκτη, είναι το software που έχει φορτωμένο. Αυτό είναι που καθορίζει τη συμπεριφορά του δέκτη, όπως αν είναι σταθερός ή όχι, αλλά και αν είναι γρήγορος ή αργός, ενώ παίζει και μεγάλο ρόλο στην ευχρηστία του δέκτη, αφού μέσω αυτού περνάνε οι εντολές του τηλεθεατή προς τη συσκευή.
Τα μενού
Το μενού αποτελούν το interface επικοινωνίας του χρήστη, με το δορυφορικό δέκτη. Το ζητούμενο είναι η λειτουργικότητα και ο όμορφος σχεδιασμός του, αφού, σε αντίθεση με άλλες συσκευές εικόνας, ο θεατής χρησιμοποιεί τα μενού του δορυφορικού δέκτη καθημερινά. Η λειτουργικότητα, ιδιαίτερα, είναι βασικό ζητούμενο επιλογής δέκτη, αφού οι εργασίες αναβάθμισης, ανανέωσης της βάσης δεδομένων, πρόσθεσης ή διαγραφής καναλιών, ομαδοποίησης καναλιών σε λίστες κλπ, βρίσκονται στην καθημερινή… διάταξη λειτουργίας. Ακριβώς για αυτόν το λόγο, πιστεύουμε ότι τα μενού πρέπει να είναι εύχρηστα, όμορφα, λειτουργικά και εμπλουτισμένα με όμορφα γραφικά, ώστε η περιήγηση του χρήστη να είναι ευχάριστη και διασκεδαστική. Πρόσθετες απαιτήσεις είναι να υποστηρίζουν την ελληνική γλώσσα, αλλά και τη λειτουργία PiG (Picture in Graphics), που επιτρέπει την ταυτόχρονη παρακολούθηση τηλεοπτικής εικόνας σε μικρό παράθυρο.
Ο Ηλεκτρονικός Οδηγός Προγραμμάτων
Ο Ηλεκτρονικός Οδηγός Προγραμμάτων (EPG) είναι μια υπηρεσία που εκπέμπεται από τους providers και παρέχει πληροφορίες για το πρόγραμμα και το περιεχόμενο των καναλιών. Οι πληροφορίες αυτές εκπέμπονται σε συγκεκριμένο βάθος χρόνου, το οποίο, στην καλύτερη περίπτωση, φθάνει την εβδομαδιαία πληροφόρηση, ενώ από αρκετά κανάλια απουσιάζει εντελώς. Σήμερα, όλοι οι δέκτες διαθέτουν EPG, αλλά ποικίλει το βάθος χρόνου που υποστηρίζει ο καθένας. Στην καλύτερη των περιπτώσεων, ο δέκτης θα υποστηρίζει εβδομαδιαίο EPG, ενώ στη χειρότερη, μόνο της τρέχουσας και της εκπομπής που πρόκειται να ακολουθήσει.
Ταχύτητα και σταθερότητα δέκτη
Η ταχύτητα και η σταθερότητα ενός δέκτη είναι μια συνισταμένη πολλών παραγόντων, όπως επεξεργαστή, μνήμης και λογισμικού. Επιλέξαμε να αναφέρουμε αυτή την παράμετρο, στην παράγραφο του λογισμικού, επειδή πολλές φορές ένα πλούσιο και όμορφο μενού, με πολλά γραφικά, είναι αρκετά «βαρύ», με αποτέλεσμα να επιβραδύνει ή να καθιστά ασταθή το δέκτη. Καλό είναι να εξετάζεται η ταχύτητα του δέκτη πριν την αγορά, γιατί αν δεν αποκρίνεται άμεσα στις εντολές του τηλεχειριστηρίου (στην οποία είναι συνηθισμένος ο καταναλωτής, λόγω αναλογικής τηλεόρασης), ο δέκτης δίνει την αίσθηση ότι «κολλάει» ή «παγώνει» και αυτό θα κουράσει το θεατή πολύ γρήγορα. Σίγουρα, κανείς δεν θα ήθελε ένα δέκτη που κάνει “reboot” ή «παγώνει» χωρίς λόγο, όμως, δυστυχώς, αυτός είναι ένας παράγοντας, που θα τον καταλάβει κάποιος, μόνο μετά την αγορά και μέσα από τη χρήση.
Σε όλα τα ψηφιακά σήματα, η ποιότητα της εικόνας εξαρτάται από το μέγεθος της πληροφορίας, που περιέχει κάθε σήμα. Σε ένα δεδομένο τύπο συμπίεσης (MPEG-2 και MPEG-4 για όλα τα δορυφορικά σήματα), ο αριθμός των bits ωφέλιμης πληροφορίας, καθορίζει και το μέγεθος της συμπίεσης του σήματος, επομένως και την ποιότητά του. Η ποιότητα εικόνας, λοιπόν, που θα φτάσει στο κάτοπτρό μας, εξαρτάται από το τι εκπέμπει ο κάθε provider και, συγκεκριμένα, από την ανάλυση και το bitrate του κάθε καναλιού, σε συνδυασμό πάντα με το bandwidth και τα πρόσθετα check bits (bits ελέγχου) για διόρθωση λαθών (FEC). Η φέρουσα ενός ψηφιακού τηλεοπτικού σήματος αποτελείται από παλμούς, που απαρτίζουν ένα συνεχές σήμα. Κάθε παλμός είναι και ένα Symbol. Αυτό που τελικά μεταδίδει ο παροχέας, είναι τα Symbols και έτσι δημιουργείται ο ρυθμός μετάδοσης των Symbols (Symbol Rate (SR)). Ο δέκτης, από τη άλλη μεριά, καλείται να αποκωδικοποιήσει αυτό το σήμα μετάδοσης (Transport Stream) και να το μεταφράσει σε τηλεοπτική εικόνα. H διαχείριση και αποκωδικοποίηση (όχι αποκρυπτογράφηση) του κάθε καναλιού, γίνεται από τον αποκωδικοποιητή MPEG, που είναι ένα ολοκληρωμένο κύκλωμα στο εσωτερικό του δέκτη. Έχουν προταθεί εκατοντάδες ηλεκτρονικά τεστ για την ποιότητα στις συσκευές εικόνας, γενικότερα. Αντικειμενικά, τα σήματα μπορεί να μετρηθούν και να γίνουν συγκριτικά τεστ, ωστόσο ο καλύτερος κριτής για την ποιότητα εικόνας, δεν είναι άλλος από ένα έμπειρο μάτι που έχει συγκρίνει πολλούς δέκτες στην ίδια τηλεόραση και στο ίδιο κανάλι.
PVR
Οι δέκτες με ενσωματωμένο δίσκο, ονομάζονται PVR (Personal Video Recorders), για να μη συγχέονται με τα DVR (Digital Video Recorders), που είναι οι υπόλοιπες συσκευές εικόνας με HDD (π.χ. DVD-R με δίσκο, DV με δίσκο, VHS με δίσκο κλπ). Η χωρητικότητα των σκληρών δίσκων, που μπορεί να οδηγήσει το κάθε μοντέλο, ποικίλει, με μέγιστο όριο (προς το παρόν) τα 240GB. Ο σκληρός δίσκος παρέχει δυνατότητα ψηφιακής εγγραφής δορυφορικών προγραμμάτων και με αυτόν τον τρόπο, διατηρείται αναλλοίωτη η ποιότητα εκπομπής του σήματος, πράγμα που δεν συνέβαινε στις παραδοσιακές VCR εγγραφές. Η ψηφιακή εγγραφή, εκτός της διατήρησης της ποιότητας, έφερε μαζί της και πολλές πρόσθετες ευκολίες στην εγγραφή, όπως ταυτόχρονη εγγραφή και αναπαραγωγή, ταχύτατο ψάξιμο, εύκολο προγραμματισμό μέσω ηλεκτρονικού οδηγού, ακόμα και μοντάζ, στοιχεία δηλαδή, που ήταν άγνωστα, στις αναλογικές εγγραφές. Οι δυνατότητες όμως, αυτές, διαφέρουν για κάθε μοντέλο και έτσι πρέπει να τις εξετάσετε πριν την αγορά του δέκτη, ώστε δηλαδή να ελέγξετε αν οι εγγραφές, για παράδειγμα, μπορούν να κατέβουν στο PC, ώστε να εγγραφούν σε DVD ή αν υπάρχουν δυνατότητες μοντάζ, καθώς και το κατά πόσο ισχυρές είναι οι δυνατότητες διαχείρισης των εγγραφών.
Ένα άλλο σημείο, που πρέπει να προσέξετε σε δέκτες με σκληρό δίσκο, είναι η ύπαρξη δεύτερου tuner. Μέσα από αυτό μπορείτε να ανεξαρτητοποιήσετε πλήρως τη διαδικασία εγγραφής-παρακολούθησης, ώστε, καθώς εγγράφετε ένα πρόγραμμα, να παρακολουθείτε ένα άλλο, τελείως διαφορετικό. Παράλληλα, εφόσον το υποστηρίζουν και τα μενού, μπορείτε να έχετε και τη λειτουργία PiP (Picture in Picture), η οποία φέρνει εικόνα από δύο διαφορετικά κανάλια, στο ίδιο τηλεοπτικό παράθυρο.
Η τελευταία τάση στο χώρο των PVR, είναι η καταγραφή εγγραφών σε εξωτερικό μέσω αποθήκευσης μέσω θύρας USB, κάτι που παρατηρούμε κατά κόρον στους επίγειους ψηφιακούς δέκτες. Φυσικά, η δυνατότητα εγγραφής σε εσωτερικό δίσκο, όπως και σε εξωτερικό, είναι η καλύτερη δυνατή λύση, αφού δε θα στερήσει καμιά επιπρόσθετη δυνατότητα.
Ethernet και σύνδεση με PC
Η σύνδεση και επικοινωνία με το PC πραγματοποιείται είτε μέσω σειριακής θύρας, είτε μέσω Ethernet. Και οι δύο μέθοδοι θα αποδώσεις δυνατότητες αναβάθμισης και πιθανώς, επεξεργασία των καναλιών, ωστόσο η θύρα Ethernet προσφέρει πολλά περισσότερα. Στις αρχές ήταν προνόμιο μονάχα των δεκτών Linux, ωστόσο στις μέρες μας συναντάτε και σε μηχανήματα με “κλειστό” λογισμικό. Οι δυνατότητες και οι επιπλέον εφαρμογές που προσφέρει στο δορυφορικό δέκτη είναι αμέτρητες, με μοναδικό κόστος τον επιπρόσθετο χρόνο ενασχόλησης…
Διασυνδεσιμότητα
Οι δυνατές συνδέσεις εικόνας σε οποιαδήποτε συσκευή (κατ’ επέκταση και σε δορυφορικό δέκτη), θεωρητικά, μπορεί να είναι τεσσάρων τύπων α) HDMI β) Component (με τρία ανεξάρτητα ρεύματα RGB ή YPbPr) γ) S-Video (με δύο ανεξάρτητα ρεύματα) και δ) Composite (με ένα ρεύμα για όλα τα σήματα, που είναι και η φτωχότερη ποιοτικά). Η σύνδεση Scart δεν αποτελεί διαφορετικό τύπο σύνδεσης, αλλά αφορά ένα πολυκαλώδιο, το οποίο μπορεί να μεταφέρει όλες τις προαναφερθείσες βασικές συνδέσεις, ανάλογα με το πώς είναι διαμορφωμένη η εσωτερική συνδεσμολογία των ακροδεκτών του. Καλό είναι φυσικά, τα Scart, να υποστηρίζουν έξοδο εικονοσήματος RGB (component).
Δε χρειάζεται να αναφέρουμε, ότι η σύνδεση HDMI αποτελεί την κορυφαία επιλογή σύνδεσης του δέκτη με την τηλεόραση, παρέχοντας δυνατότητα απεικόνισης εικόνας υψηλής ανάλυσης και παροχή ψηφιακού ήχου, μέσα από το πιο σύγχρονο και διαρκώς εξελισσόμενο τρόπο διασύνδεσης.
Ο δέκτης λοιπόν, θα πρέπει να διαθέτει δύο Scart, ένα για σύνδεση με την TV και ένα για σύνδεση με το VCR ή το DVD Recorder. Μπορεί επίσης να διαθέτει ανεξάρτητη S-Video έξοδο ή ακόμα και RCA Video έξοδο (Composite). Η έξοδος φωτεινότητας-χρωμοδιαφορών (YPbPr Component) σπανίζει και αν τη συναντήσετε, θα τη βρείτε από ακροδέκτες RCA.
Ένας ακόμα τρόπος διασύνδεσης του δέκτη με τηλεόραση ή VCR, είναι μέσω UHF modulator, με ένα απλό καλώδιο κεραίας, αν φυσικά ο δέκτης διαθέτει τέτοιες εξόδους-εισόδους.
Στο επίπεδο του ήχου, καλό είναι ο δέκτης να διαθέτει έξοδο ψηφιακού ήχου (ομοαξονική ή οπτική Toshlink), με συμβατότητα AC-3, ώστε να μπορέσετε να το χρησιμοποιήσετε με ψηφιακό πολυκάναλο ενισχυτή για 5+1 ήχο.
Συσκευές Combo
Ένα ακόμα χαρακτηριστικό που έχει άνθηση τον τελευταίο χρόνο, είναι η ενσωμάτωση επίγειου ψηφιακού tuner, μετατρέποντας το δέκτη σε Combo μηχάνημα. Η έλευση των επίγειων ψηφιακών καναλιών στη χώρα οδήγησε κατασκευαστές και χρήστες σε δέκτες που μπορούν να πραγματοποιούν ταυτόχρονα λήψη δορυφορικών καναλιών, όπως και επίγειων, υποστηρίζοντας βέβαια πάντα PVR, EPG, λειτουργίες Ethernet κτλ., με αποτέλεσμα πλέον, ορισμένοι δορυφορικοί δέκτες να παρουσιάζονται ως υπερ-πολυμηχανήματα multimedia.